ΙΝΟΜΥΩΜΑΤΑ ΜΗΤΡΑΣ

Τα ινομυώματα είναι καλοήθεις όγκοι που ως προέλευση έχουν το μυϊκό ιστό της μήτρας. Ανευρίσκονται συχνότερα σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς σχετίζονται με την παρατεταμένη επίδραση των οιστρογόνων (περίπου 40% σε γυναίκες 40 ετών και άνω). Το μέγεθός τους μπορεί να κυμαίνεται από πολύ μικρό έως 20 εκατοστά και αυξάνεται σημαντικά στην εγκυμοσύνη, ενώ ελαττώνεται μετά την εμμηνόπαυση.

Τα ινομυώματα διαφέρουν ως προς την εντόπιση και διακρίνονται σε 3 κατηγορίες: υπορογόνια (στο έξω τοίχωμα της μήτρας), ενδοτοιχωματικά (μέσα στο μυϊκό τοίχωμα της μήτρας) και υποβλεννογόνια (προβάλλουν εντός της κοιλότητας της μήτρας). Μια γυναίκα μπορεί να έχει ένα ή περισσότερα ινομυώματα. 

Τα συμπτώματα των ινομυωμάτων εξαρτώνται από το μέγεθος και την εντόπισή τους. Τα μικρά υπορογόνια ή ενδοτοιχωματικά ινομυώματα είναι συνήθως ασυμπτωματικά, ενώ όσο αυξάνεται το μέγεθός τους ή αν βρίσκονται στον υποβλεννογόνιο χώρο της μήτρας, μπορεί να προκληθούν τα ακόλουθα:

  •  Μεγαλύτερη ποσότητα αίματος ή πόνος κατά τη διάρκεια της περιόδου
  •  Αιμορραγία στο μεσοδιάστημα από τις περιόδους
  •  Δυσκοιλιότητα
  •  Συχνουρία
  •  Πόνος κατά τη διάρκεια της επαφής
  •  Υπογονιμότητα
  •  Καθ’έξιν αποβολές
  •  Πρόωρος τοκετός

Για τη διάγνωση των ινομυωμάτων απαιτείται υπερηχογράφημα των έσω γεννητικών οργάνων. Κάποιες φορές –και λόγω του μεγέθους τους- χρειάζεται να κάνουμε και υπέρηχο από την κοιλιά. Σε σπάνιες περιπτώσεις απαιτείται μαγνητική τομογραφία. 

Η θεραπεία των ινομυωμάτων γίνεται πάντα σε συνάρτηση με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων, το μέγεθός τους, την επιθυμία της γυναίκας για τεκνοποίηση και βέβαια την ηλικία της. Αν τα ινομυώματα δεν προκαλούν προβλήματα, δεν είναι απαραίτητη η θεραπεία τους, καθώς είναι γενικά καλοήθη (αν και έχουν την τάση να μεγαλώνουν μέχρι την εμμηνόπαυση). Αν επιλεγεί η θεραπεία τους, η θεραπεία μπορεί να είναι φαρμακευτική, χειρουργική ή και συνδυασμός τους. Τα λεγόμενα GnRH ανάλογα δημιουργούν προσωρινά τεχνητή εμμηνόπαυση, ελαττώνουν τα επίπεδα των οιστρογόνων και μειώνουν το μέγεθος των ινομυωμάτων, ανακουφίζοντας από τα συμπτώματά τους. Για παρατεταμένη χορήγησή τους απαιτείται επίσης να χορηγείται επιπλέον ορμονική υποκατάσταση. Η οριστική θεραπεία είναι η χειρουργική αφαίρεση, είτε των ινομυωμάτων, είτε πολλές φορές και ολόκληρης της μήτρας, ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας, το μέγεθος, αλλά και τη βαρύτητα των συμπτωμάτων. Η αφαίρεση των ινομυωμάτων μπορεί να γίνει με λαπαροσκοπική χειρουργική, εκτός εάν υπάρχει αντένδειξη (μεγάλο μέγεθος, θέση ινομυωμάτων), που προκύπτει από την εκτίμηση που θα κάνει ο γυναικολόγος. Ινομυώματα που προβάλλουν στο εσωτερικό της μήτρας αφαιρούνται με υστεροσκόπηση. 

Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελεί η συσχέτιση των ινομυωμάτων με την υπογονιμότητα και η πιθανή ανάγκη για αφαίρεσή τους για να αυξηθεί η πιθανότητα σύλληψης. Με τα σημερινά στοιχεία, η αφαίρεση των ινομυωμάτων συνιστάται σίγουρα για ινομυώματα που προβάλλουν μέσα στην ενδομήτρια κοιλότητα. Υπάρχουν επίσης αρκετοί ειδικοί που συνιστούν την αφαίρεση και των ενδοτοιχωματικών ινομυωμάτων, παρόλο που δεν έχει αποδειχθεί ακόμα με τυχαιοποιημένες μελέτες ότι αυτό βελτιώνει την γονιμότητα.