Το υπερηχογράφημα Β΄ επιπέδου, αποτελεί μια ασφαλή μέθοδο προγεννητικού ελέγχου και στοχεύει στον έγκαιρο εντοπισμό τυχόν συγγενών και ανατομικών ανωμαλιών του εμβρύου.
Η εξέταση ιδανικά πραγματοποιείται από την 20η έως την 22η εβδομάδα κύησης από εξειδικευμένο ιατρό.
Αποτελεί ένα πολύ σημαντικό υπερηχογράφημα, διότι επιτρέπει έναν πλήρη έλεγχο της ανατομίας του εμβρύου. Θεωρείται, λοιπόν, μια εξέταση που καλό θα είναι να κάνουν όλες οι έγκυες.
Το υπερηχογράφημα ξεκινάει διακοιλιακά (από την κοιλιά της εγκύου). Με αυτόν τον τρόπο ελέγχεται η ανατομία του εμβρύου κατά συστήματα, καλύπτοντας όλα τα εμβρυϊκά ζωτικά όργανα (κρανίο, εγκέφαλος, πρόσωπο, σπονδυλική στήλη, θώρακας, καρδιά, γαστρεντερικό σύστημα, νεφροί, ουροδόχος κύστη, γεννητικά όργανα, άνω και κάτω άκρα, πρόσθιο κοιλιακό τοίχωμα, ομφάλιος λώρος και πλακούντας). Όλες οι υπερηχογραφικές εξετάσεις πραγματοποιούνται λαμβάνοντας συγκεκριμένες υπερηχογραφικές τομές, όπως αυτές καθορίζονται από τα αντίστοιχα πρωτόκολλα του Fetal Medicine Foundation στο Λονδίνο, οι οποίες έχουν αποδειχθεί ότι εμφανίζουν την υψηλότερη ευαισθησία στην ανίχνευση πιθανών ανωμαλιών.
Γίνεται επίσης εκτίμηση του αμνιακού υγρού καθώς επίσης και της θέσης και υφής του πλακούντα. Παράλληλα, ο ιατρός κάνει διάφορες μετρήσεις στο μωρό, ώστε να ελέγξει την ανάπτυξή του και να τη συγκρίνει με την αναμενόμενη ανάπτυξη των μωρών που βρίσκονται στο ίδιο στάδιο της κύησης. Επίσης, διενεργείται αξιολόγηση της ροής του αίματος στις μητριαίες αρτηρίες της εγκύου με την οποία ανιχνεύονται κυήσεις οι οποίες είναι πιθανόν να επιπλακούν αργότερα με αρτηριακή υπέρταση (ή και προεκλαμψία) ή υπολειπόμενη ανάπτυξη του εμβρύου.
Στις περιπτώσεις που το έμβρυο έχει την κατάλληλη θέση, γίνεται απεικόνισή του με τη μέθοδο της τρισδιάστατης (3D) υπερηχογραφίας. Έτσι, οι γονείς βλέπουν το προσωπάκι του μωρού τους.
Στη συνέχεια, πραγματοποιείται διακολπικός έλεγχος και μέτρηση του τράχηλου της μήτρας, με την οποία εντοπίζονται κυήσεις με υψηλό κίνδυνο πρόωρου τοκετού.
Πρέπει να τονιστεί ότι με αυτό το υπερηχογράφημα ανιχνεύονται πολλές συγγενείς ανωμαλίες του εμβρύου, αλλά όχι όλες. Ο διάσημος καθηγητής Κύπρος Νικολαΐδης, που θεωρείται ο πατέρας του μαιευτικού υπερηχογραφήματος, έχει κατ’ επανάληψη τονίσει ότι ένα φυσιολογικό υπερηχογράφημα Β’ επιπέδου μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο να έχει το έμβρυο κάποια σοβαρή ανωμαλία, χωρίς όμως να τον εξαλείφει τελείως. Ακόμα και στα πιο έμπειρα χέρια είναι δυνατόν συγγενείς ανωμαλίες να παραμείνουν αδιάγνωστες είτε γιατί αυτές δεν ήταν ορατές κατά τον χρόνο εκτέλεσης του υπερηχογραφήματος Β’ επιπέδου, είτε γιατί η φύση των ανωμαλιών είναι τέτοια ώστε να είναι εξαιρετικά δυσδιάγνωστες, είτε λόγω αντικειμενικών δυσκολιών (π.χ. παχύσαρκη έγκυος, κακή εμβρυϊκή θέση κ.ά.) (Για περισσότερες πληροφορίες, ζητήστε το σχετικό ενημερωτικό φυλλάδιο από τον ιατρό σας)