Με τον προγεννητικό έλεγχο εξασφαλίζεται η έγκαιρη διάγνωση ανωμαλιών στο έμβρυο, αλλά γίνεται και έλεγχος της κύησης και αναγνωρίζονται παράγοντες κίνδυνου, οι οποίοι θα μπορούσαν, δυνητικά, να επηρεάσουν την φυσιολογική πορεία της εγκυμοσύνης.
Κύρια συστατικά του προγεννητικού ελέγχου αποτελούν η προγεννητική συμβουλευτική και ο σύγχρονος υπερηχογραφικός έλεγχος που κάνει χρήση όλων των νεότερων εξελίξεων στον τομέα της ιατρικής.
Από τα τέλη του 2012 υπάρχει μία ακόμη επιλογή για τον προγεννητικό έλεγχο που ονομάζεται μη επεμβατική προγεννητική διάγνωση. Πρόκειται για μία μέθοδο που έχει αναπτυχθεί στις ΗΠΑ και συνίσταται στην απομόνωση γενετικού υλικού του εμβρύου στο αίμα της μητέρας και ανάλυσή του για την εύρεση των συνηθέστερων χρωμοσωμικών ανωμαλιών. Η όλη διαδικασία είναι τελείως ακίνδυνη και πραγματοποιείται μέσω μιας απλής αιμοληψίας της μητέρας.